Απόψεις

Για τις γυναίκες της γειτονιάς μας

Και ξαφνικά στη γειτονιά απλώθηκε μια σιωπή. Όχι μόνο γιατί δεν υπήρχαν ήχοι διάφοροι από τα πορτοπαράθυρα και από τα κατσαρολικά που ανακάτευαν οι νοικοκυρές. Κάτι άλλο ήταν αυτό, μια μέχρι τώρα άγνωστη και περίεργη αίσθηση. Δεν την είχαμε ξανανιώσει. Κάτι σαν ταινία που πάγωσε στα πριν. Και μετά, τι γίνεται μετά; Ποιος θα μας διηγηθεί την πλοκή και τη συνέχεια;

Που είναι αλήθεια όλες οι γυναίκες της γειτονιάς; Γιατί σταμάτησαν να σκουπίζουν τις αυλές και να κυνηγάνε τις κότες να μην σκαλίζουν τους λαχανόκηπους; Που είναι το πήγαινε – έλα των πιάτων ανταλλάσσοντας τους μεζέδες που έφτιαχνε η κάθε μια τους μοιράζοντας ζωή στην κάθε μέρα.
Η καλύτερη στιγμή βέβαια ήταν αυτή που αργά το απόγευμα, όταν έπεφτε ο ήλιος, μαζεύονταν στο γνωστό σημείο του δρόμου, άλλη με το κέντημα, άλλη με το πλέξιμο, άλλη με τα φασολάκια που ήθελαν καθάρισμα και άλλη με το ξεσπόριασμα του καλαμποκιού.

Εδώ πια συνέβαινε το εξής μαγικό. Ενώ, παρακολουθώντας τες να μιλάνε είχες την εντύπωση ότι δεν μπορούν να συνεννοηθούν κι ότι αυτά που έλεγε η μία στην άλλη δεν είχαν σχέση μεταξύ τους, μιλώντας φωναχτά μερικές φορές, λες δεν μπορεί θα τσακωθούν τώρα. Έλα που αυτές όμως κατάφερναν να τα κάνουν όλα εύκολα και έτσι να μην κινδυνεύει η όλη κατάσταση και η συνθήκη.

Σ’ αυτήν τη συνθήκη δεν πείραζες τίποτα, έτσι ήταν τα πράγματα και έτσι έπρεπε να παραμείνουν, αλλιώς κινδύνευε η όλη ισορροπία και η αρμονία αυτής της μικρής αλλά και πολύ ζωντανής κοινωνίας.
Μας λείπουν αυτές οι γυναίκες, μας λείπει αυτή η συνθήκη δηλαδή, την οποία είχαμε συνηθίσει και τώρα πρέπει να την αλλάξουμε με κάτι άλλο και δεν ξέρουμε τι είναι αυτό. Πως αλλάζει μια συνθήκη η οποία περιέχει πάμπολλα συναισθήματα και χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία να τα διαχειριστείς; Και μάλιστα όταν αυτά είναι πρωτόγνωρα.

Από την άλλη βάζοντας τη λογική μπροστά αρχίζεις, ας πούμε, να κατανοείς ότι όλα κάποτε τελειώνουν και η άχρονη ροή δουλεύει χωρίς να ρωτάει κανέναν. Αλλά και να σε ρώταγε ξέρεις ότι είσαι πολύ αδύναμος μπροστά της. Το μόνο που μπορείς να κάνεις, είναι να παρατηρείς και να παρακολουθείς αυτή τη συνέχεια.
Πονάει αυτό γιατί σε βγάζει από το δρόμο που είχες συνηθίσει και σε οδηγεί σε άγνωστα μέχρι τώρα μονοπάτια. Πονάει που δεν βλέπεις αυτές τις γυναίκες να γεμίζουν σιγουριά το χώρο, κάτι επίσης μαγικό που ήξεραν να κάνουν καλά.

Γνωρίζεις ότι έχουν δικαίωμα να φύγουν, να αδειάσουν το χώρο που ξέραν τόσο καλά να τριγυρίζουν και να σταματήσουν να κάνουν τους δικούς τους θορύβους.
Είναι δύσκολο να το δεχθείς όμως.

Είναι φορές όμως που τις έχουμε ανάγκη, να λέει η κάθε μία το δικό της και να διαφωνούν για το πιο είναι το σωστότερο. Η κάθε μία με το δικό της τρόπο και όλες να έχουν δίκιο κατά έναν παράξενο τρόπο επίσης. Και εσύ να αναρωτιέσαι εάν θα μπορούσες να το καταφέρεις αυτό κάποτε.
Που είναι η Ζωίτσα, η Βαγγελή, η Ελένη, η Κατερίνα, η Ανδρονίκη, η Αφροδίτη, η Αγόρω και η Θεοπίστη;

Οι γυναίκες μαζεύτηκαν αλλού, κάπου που εμείς δεν μπορούμε να δούμε, όχι γιατί είναι μακριά, αλλά γιατί δεν έχουμε την «άδεια» μάλλον να το δούμε.

Οι αγαπημένες γυναίκες της γειτονιάς μας έφυγαν γιατί θέλαν να αρχίσουν μια νέα συνθήκη, είχαν βαρεθεί μάλλον την παλιά. Κι αυτές μπορούσαν να τα καταφέρουν όλα, με οποιοδήποτε τρόπο.
Και τώρα χαίρονται αυτή την καινούργια παρέα σε ένα ταξίδι γεμάτο φως και καινούργιες προκλήσεις. Κάτι που γι΄αυτές πάντα αποτελούσε ανάγκη και ήρθε η ώρα να το απολαύσουν.
Η σειρά μας τώρα να μάθουμε να ταξιδεύουμε…..

Σωτήρης Πολύμερος

Παρόμοια άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button