Όταν σβήνουν τα φώτα …

Όμορφη και «εύθραυστη σαν μπιμπελό», όπως έλεγε ο επί 28 χρόνια παρτενέρ της Γιάννης Φλερύ.
Η Λίντα Άλμα ήταν μια από τις καλύτερες χορεύτριες που πέρασαν από την Ελλάδα στο μουσικό θέατρο, η οποία έφερε ένα νέο στυλ στη διασκέδαση.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926 το πραγματικό της όνομα ήταν Ελένη Μαλιούφα.
Τον πατέρα της δεν τον γνώρισε αφού πέθανε όταν ήταν μωρό. Από μικρή ακόμα της άρεσε ο χορός. Παρακολούθησε μαθήματα κλασικού χορού στην σχολή Μαριάνοβ.
Ξεκίνησε σε ηλικία 16 ετών στο βαριετέ του Ορέστη Λάσκου που παρουσίαζε στο Αλκαζέρ και ανήκε στο πατέρα του Φίνου.
Εκεί την ανακάλυψε ο Γιάννης Φλερύ και από τότε έγιναν χορευτικό ζευγάρι αλλά και φίλοι.
Χόρεψαν σε όλο τον κόσμο στο Θέατρο Ετουάλ με την Εντίθ Πιάφ, τον Αζναβούρ, τον Ιβ Μοντάν, τον Ζακ Μπρελ, τον Μπουρβίλ και τον Αμερικανό τηλεοπτικό αστέρα Εντ Σάλιβαν.
Από τους μεγαλύτερους σταθμούς της καριέρας τους ήταν η γνωριμία τους με την Εντίθ Πιάφ το 1952 και η κατοπινή συνεργασία τους.
Το 1955 η Λίντα Άλμα γνωρίστηκε με το Μάνο Κατράκη σε μια παράσταση που πήγε να τον δει και τον ερωτεύτηκε. Έμειναν 30 χρόνια μαζί και το 1979 παντρεύτηκαν.
Η γνωριμία της με τον Μάνο Κατράκη έγινε από τον φίλο της Λάμπρο Κωνσταντάρα που αυτό το διάστημα έπαιζαν μαζί.
Η σχέση τους είχε πολλές δυσκολίες όμως τις αντιμετώπισαν. Εκείνο που κράτησε την σχέση αυτή ήταν ο θαυμασμός που είχε ο ένας για τον άλλον.
Αγαπημένο τους στέκι ήταν στο υπόγειο ταβερνάκι στην οδό Δαμάρεως του κρητικού φίλου του Δεργανελάκη.
O Μάνος Κατράκης έφυγε το 1984 από την ζωή.
Μετά από τον θάνατο του η Λίντα ΄Αλμα αφοσιώθηκε στην ίδρυση ενός μουσείου, όπου οι επισκέπτες θα είχαν την ευκαιρία να θαυμάσουν από κοντά σκηνικά κοστούμια, αφίσες, μαγνητοταινίες και θεατρικό υλικό από την πλούσια διαδρομή του. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να δει το όνειρό της να γίνεται πραγματικότητα γιατί πέθανε από καρκίνο σε ηλικία 73 ετών στις 2 Αυγούστου 1999.
Γιάννης Φλερύ
Εγώ δεν ξέρω να μιλάω ξέρω να χορεύω
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Παπαντωνόπουλος.
Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1914 και έφυγε στις 10 Αυγούστου 2001.
Σε ηλικία 14 ετών ήλθε στην Αθήνα. Τελείωσε το γυμνάσιο κα γράφτηκε στην Νομική σχολή αλλά τα παράτησε. Υπήρξε πάντα ανήσυχο πνεύμα έκανε πολλές και διάφορες δουλειές.
Εκείνη την εποχή υπήρχαν δύο διδασκαλία στην οδό Ερμού. Γράφτηκε με μια μικρή αμοιβή και πήγαινε το βράδυ 9-11 όταν ήταν 19 ετών. Εκεί έκανε την ντάμα και αυτοσχεδίαζε.
«Ένα βράδυ ήλθαν δύο ηθοποιοί και του είπαν ότι χόρευα πολύ ωραία και τους άρεσε». Είχαν ένα θίασο στο Πασαλιμάνι και του πρότειναν να πάει εκεί.
Την άλλη μέρα ήταν εκεί, έκανε πρόβα και του είπαν θα χορέψεις απόψε. Όταν τελείωσε του
έδωσαν 10 δραχμές και έτσι κάθε βράδυ αυτοσχεδίαζε.
Του άρεσε πολύ να διαβάζει. Ακόμα και ένα χαρτί να έβρισκε στο δρόμο το έπαιρνε και το διάβαζε.
Συνέχισε και με άλλους θιάσους και μέσα από τα μπουλούκια απέκτησε μεγάλη εμπειρία ενώ έκανε συγχρόνως και τον υποβολέα. Όμως ο τρόπος ζωής ήταν δύσκολος και μέσα στην πείνα.
Όταν ξεκίνησε δεν υπήρχαν σχολές. Το 1934 υπήρχε μια μεγάλη φυσιογνωμία ο Άγγελος Γρυμάνης που έφερε κάποια φώτα από την Ευρώπη ενώ το 1937 ήλθε στην Ελλάδα ο Κώστας Νίκολς που έβαλε τα θεμέλια του κλασικού χορού .Όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με τον χορό ήθελε να τον καλλιεργήσει και γράφτηκε στην ομάδα κλασικού χορού που είχε δημιουργήσει ο Κώστας Νίκολς.
Πέρασαν τρία χρόνια με θέατρο και συγχρόνως κλασσικό χορό.
Το 1937 έκανε μια ολοκληρωμένη χορογραφία του Γιάννη Ευαγγελίδη στο μπαλέτο και στη συνέχεια έγινε ο πρώτος χορευτής στην Λυρική σκηνή.
Κάποια στιγμή δεν είχε ντάμα και του είπε ένας φίλος πήγαινε να δεις μια παράσταση τέρμα Αλεξάνδρας σε ένα βαριετέ παίζει και ο Αττικ. Εκεί είδε ένα κοριτσάκι και τα έχασε με την ομορφιά της. Ήταν η Λίντα ΄Αλμα. Είχε κλείσει συμβόλαιο στο Θέατρο Απόλλων της ζήτησε να έλθει την άλλη μέρα και έτσι έμειναν 28 χρόνια μαζί ως χορευτικοί παρτενέρ και φίλοι.
Το καλοκαίρι που δούλευαν με την Λίντα στο Μαϊάμι στο Καμπαρέ γνώρισε την Εντίθ Πιαφ. Εκεί τους ζήτησε να πάνε στο Παρίσι μαζί της. Και πράγματι πήγαν και χόρεψαν σε όλη την Ευρώπη.
Το 1949 άρχισε να νοσταλγεί την Ελλάδα και γυρίζει επειδή και η μητέρα του ήταν πολύ άρρωστη.
Όταν γύρισε δούλεψε στον Κινηματογράφο πολλά χρόνια με τον Φίνο, τον Διαλιανίδη και τον Δημόπουλο. Από τους μαθητές του αυτός που ξεχώρισε ήταν ο Φώτης Μεταξόπουλος και από την νέα γενιά αξιόλογο χορευτή θεωρούσε τον Δημήτρη Παπάζογλου.
Η τελευταία συνέντευξη που έδωσε ήταν το 1999 στον «Νυχτερινό Επισκέπτη» στον αείμνηστο και αγαπητό δημοσιογράφο ΄Αρη Σκιαδόπουλο από την οποία πήραμε αρκετά στοιχεία.